Για την απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως για τη μετατροπή δωματίου Ιατρικού Κέντρου σε φυλακή, μίλησε, σήμερα, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Ιωνάς Νικολάου σε συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημόσιων Δαπανών.

Σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συνεδρίας της Επιτροπής, ανέφερε:

«Επεξήγησα τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε το Υπουργείο, και με παράθεση αποφάσεων του Δικαστηρίου τεκμηρίωσα τις αρμοδιότητες βάσει των οποίων ενεργήσαμε. Δηλαδή, αναφορικά με το ποια ήταν η αρμοδιότητα και οι εξουσίες του Υπουργού και πως αυτές προνοούνται από το Σύνταγμα και αποδίδονται μέσα από το Νόμο, παραπέμποντας για αυτές σε αποφάσεις του Δικαστηρίου που τις επεξηγούν. Επίσης, αναφορικά με το ποιες είναι οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης των Φυλακών, όπως αποδίδεται η αναφορά από τον Κανονισμό, παραπέμποντας και σε αυτή την περίπτωση σε αποφάσεις του Δικαστηρίου. Επιπρόσθετα, εξήγησα πως ασκήθηκε ο εποπτικός ρόλος του Υπουργείου. Μίλησα για τις ενέργειες στις οποίες προβήκαμε, ξεκινώντας από την πρώτη ενέργεια, που ήταν να ζητήσουμε τις απόψεις της Διεύθυνσης των Φυλακών αναφορικά με ποιο τρόπο θα έπρεπε να χειριστούμε τη συγκεκριμένη περίπτωση, και καταλήγοντας όταν δόθηκαν οδηγίες ότι έπρεπε να προχωρήσει η παραπομπή υπό το φως της έκθεσης του ιατροσυμβουλίου που είχαμε.

Επίσης, επεξήγησα και ποιες ήταν οι υποχρεώσεις μας και ποιες μπορούσε να ήταν οι ευθύνες του κράτους εάν δεν συμμορφωνόμασταν για να ακολουθήσουμε την έκθεση του ιατροσυμβουλίου, εφαρμόζοντας τη συγκεκριμένη πρόνοια του Κανονισμού. Εξήγησα και ποιες θα μπορούσε να ήταν οι ποινικές ευθύνες από την παράλειψη αυτή.
Προσωπικά, για μένα τα θέματα που σχετίζονται με ασθένειες κρατουμένων προσώπων, από την πρώτη στιγμή βρίσκονται πολύ ψηλά και θεωρώ ότι για όλες αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να ακολουθούμε την ίδια πρακτική που ακολουθείται για κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι ασθενής, ότι θα πρέπει να έχει τα ίδια δικαιώματα με οποιονδήποτε, ότι για τις εξειδικευμένες περιπτώσεις πρέπει να απαιτείται η σύγκλιση ιατροσυμβουλίου ώστε να διασφαλίζεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο από την ανώτερη ιατρική αυθεντία που υπάρχει στον τόπο μας, η καλύτερη παρεχόμενη θεραπεία, ιατρική φροντίδα και προστασία.

Ανεπίτρεπτα κάποιοι θέλουν να εφαρμόσουμε διαδικασίες τις οποίες δεν ακολουθούμε για όλους τους ασθενείς αυτού του τόπου – για όλα τα φυσικά πρόσωπα που βρίσκονται στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Το γεγονός ότι αυτή η πρακτική που ακολουθήθηκε, μέχρι την έκδοση της γνωμάτευσης της Εισαγγελέως της Δημοκρατίας – στην οποία επιδεικνύω πλήρη σεβασμό έστω και εάν εκφράζω τη διαφωνία μου – ήταν ακριβώς η ίδια που ακολουθείτο πάντα και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ιατροσυμβούλια καλούνταν πάντοτε για τις περιπτώσεις που υπήρχε εξειδικευμένη ανάγκη για θεραπεία, να κρίνουν και να αποφασίσουν ποια θα πρέπει να είναι η θεραπεία στην οποία θα πρέπει να παραπεμφθεί ο κρατούμενος. Σε αυτή την περίπτωση αυτό ακριβώς έγινε, δυστυχώς, όμως επικρίθηκε μετά από γνωμάτευση της Εισαγγελέως και την Έκθεση του Γενικού Ελεγκτή.

Θα ήθελα να προειδοποιήσω ότι εάν ακολουθήσουμε πρακτικές όπου ουσιαστικά θα καλείται ένας ιατρικός λειτουργός για να αποφασίσει για τη θεραπεία που θα προσφερθεί για ένα εξειδικευμένο θέμα, πρώτον, δεν διασφαλίζουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την θεραπεία και προστασία που οφείλουμε να δώσουμε στον κρατούμενο – ασθενή.

Δεύτερον, θα επιτρέψουμε να υπάρχουν καταχρήσεις, αφού σε κάποιες περιπτώσεις στο παρελθόν έγιναν τέτοιες παραπομπές σε νοσηλευτήρια και υποχρέωσαν το Υπουργικό Συμβούλιο το 2014, να λάβει απόφαση προς αποφυγή των οποιωνδήποτε καταχρήσεων, Για τις περιπτώσεις που υπάρχει αίτημα για να τύχει κάποιος θεραπείας σε δημόσιο νοσηλευτικό κέντρο στην Κύπρο, θα πρέπει να συγκαλείται ιατροσυμβούλιο από εξειδικευμένους γιατρούς, το οποίο θα εξετάσει το αίτημα και θ’ αποφασίσει. Εάν διαφοροποιηθεί αυτή η διαδικασία με οποιοδήποτε τρόπο, φοβούμαι ότι θα κάνουμε ένα βήμα πίσω και δεν θα μπορούμε να προστατεύσουμε κατά τρόπο ίσο – με τον οποίο προστατεύουμε όλους τους πολίτες και όλα τα φυσικά πρόσωπα – είτε είναι στις φυλακές είτε είναι έξω από αυτές.

Παράκλησή μου είναι να συνεχίσει να ακολουθείται η διαδικασία των ιατροσυμβουλίων, τα οποία είναι σε καλύτερη θέση να δώσουν γνωμάτευση, μακριά από καταχρήσεις, για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να παρασχεθεί, εάν υπάρχει ανάγκη να παρασχεθεί και που πρέπει να παρασχεθεί η απαιτούμενη θεραπεία σε ένα κρατούμενο».

Σε ερώτηση δημοσιογράφου κατά πόσο μέσα στην Επιτροπή τέθηκε θέμα να καταργηθεί η διαδικασία το ιατροσυμβούλιο να αποφασίζει για τέτοιες περιπτώσεις, ο κ. Νικολάου είπε: «Εκείνο το οποίο προκύπτει από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή, η οποία βασίστηκε στη γνωμάτευση της Εισαγγελέως, είναι ότι δεν προβλέπεται από τον κανονισμό η συμμετοχή ιατροσυμβουλίου στη διαδικασία. Επεξήγησα ότι, μέσα από τη νομοθεσία που εφαρμόζεται για τους κρατούμενους στις Φυλακές – όχι περιοριζόμενος σε μια διάταξη ενός κανονισμού αλλά παραπέμποντας σε όλες τις διατάξεις με βάση τις αρχές ερμηνείας που έχουν καθοριστεί από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου – ότι όταν μιλάμε για παρεχόμενη ιατρική φροντίδα, αναφερόμαστε στην προέκταση της ιατρικής φροντίδας που παρέχεται στο δημόσιο, περιλαμβάνονται και οι εξειδικευμένες ιατρικές θεραπείες τις οποίες δεν μπορεί να προσφέρει ο ιατρικός λειτουργός, γιατί εκείνος προσφέρει μόνο πρωτοβάθμια θεραπεία. Η αναφορά στον Κανονισμό για τον ιατρικό λειτουργό, διαβάζοντας ολόκληρο το κείμενο του Νόμου και του Κανονισμού, καθώς και η νομοθεσία για τις ιατρικές υπηρεσίες και η νομοθεσία που σχετίζεται με την προστασία των δικαιωμάτων των ασθενών, δεν αφορά μόνο τον ιατρικό λειτουργό αλλά και τα ιατροσυμβούλια, κατά τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί το σύστημα γενικότερα για τις ιατρικές υπηρεσίες του κράτους. Εάν περιοριστεί, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, η δυνατότητα να παρέχεται μόνο από ιατρικό λειτουργό, τότε, όπως εξήγησα, θα αποτελέσει ένα πισωγύρισμα στην προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων και ιδιαίτερα των ασθενών – κρατουμένων».

Κληθείς να σχολιάσει τον χαρακτηρισμό «καταπέλτης» της γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα και του Γενικού Ελεγκτή για τους χειρισμούς που έγιναν, ο κ. Υπουργός παρέπεμψε σε αναφορά του 2012, όπου ο κ. Χριστόφιας, ως τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διαφωνώντας με την υπογραφή ενός νόμου που ψηφίστηκε από τη Βουλή με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα που εισηγήθηκε την υπογραφή, προχώρησε με αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η πλήρης ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είπε, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα, που είναι ο νομικός σύμβουλος του Προέδρου, του Υπουργικού Συμβουλίου και των Υπουργών, δεν είναι δεσμευτικές για αυτούς. «Συνεπώς, δεν μπορώ να πω ότι δεσμεύομαι από την γνωμάτευση της Εισαγγελέως ούτε ότι δεσμεύομαι από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή, όμως για τον περαιτέρω χειρισμό της περίπτωσης αυτής σίγουρα θα ληφθούν σοβαρά υπόψη», υπογράμμισε, διευκρινίζοντας ότι πρέπει επίσης να εξεταστούν, ποιες μπορεί να είναι οι ποινικές ευθύνες για παράλειψη ενεργειών που προκύπτουν από το νόμο και ποιες μπορεί να είναι οι ευθύνες του κράτους για το τι μπορεί να συμβεί σε ένα ασθενή για τον οποίο εκθέσεις ιατροσυμβουλίου καταγράφουν την κατάσταση της υγείας του.

Ερωτηθείς κατά πόσον θα απευθυνθεί στον Γενικό Εισαγγελέα στα πλαίσια χειρισμού τέτοιων υποθέσεων, ο κ. Νικολάου ανέφερε ότι ο τρόπος χειρισμού τέτοιων υποθέσεων, στα πλαίσια της εφαρμογής του Κανονισμού, θα πρέπει το θέμα να ξεκαθαρίσει στην ολότητά του. «Υπάρχει ανάγκη να ξεκαθαρίσει και αυτό που πρέπει να εφαρμοστεί, θα πρέπει να είναι η διαδικασία εκείνη που θα προστατεύει τα δικαιώματα των κρατουμένων – ασθενών. Ούτε καταχρήσεις, ούτε περιορισμοί πρέπει να υπάρχουν. Για εμάς είναι σαφής πολιτική θέση ότι ο ασθενής – κρατούμενος έχει τα ίδια δικαιώματα με το κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει ανάγκη ιατρικής φροντίδας», υπογράμμισε. Και πρόσθεσε: «Έκρινα και εφάρμοσα τη νομοθεσία, μελετώντας τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Ως Υπουργός, σύμφωνα με το Άρθρο 18 του Νόμου, εποπτεύω την ευθύνη του διευθυντή των Φυλακών να προβαίνει σε συγκεκριμένες ενέργειες και πιστεύω ενήργησα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων μου».

Κληθείς να σχολιάσει τις επικρίσεις για την περίπτωση του αποβιώσαντα Κώστα Παπακώστα, ο κ. Νικολάου είπε: «Την περασμένη φορά ανέφερα ότι δεν είχα ενώπιον μου κανένα ιατροσυμβούλιο που να μου έλεγε ότι ο κ. Παπακώστας έπρεπε να παραπεμφθεί σε οποιοδήποτε άλλο νοσηλευτήριο. Τώρα καλούμαι να απαντήσω εάν παρέλειψα να απολυθεί ο κ. Παπακώστας. Θέλω να εξηγήσω ότι δεν είχα τέτοια αρμοδιότητα. Η αρμοδιότητα για να απονεμηθεί χάρη σε κάποιον ανήκει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μετά από σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα, και τότε και από τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα. Ο κ. Ευσταθίου απευθύνθηκε με επιστολή του στους τρεις αυτούς αξιωματούχους ζητώντας να του απονεμηθεί χάρη. Σε μας απλώς έγινε κοινοποίηση του αιτήματος, για το οποίο δεν είχαμε καμία αρμοδιότητα να προβούμε σε οποιαδήποτε ενέργεια. Το μόνο ζήτημα που ήρθε σε μένα ήταν η περίπτωση που ζήτησε ο κ. Παπακώστας να περπατά στον χώρο του νοσοκομείου και όταν στις 3 Απριλίου υπήρξε ιατροσυμβούλιο, έδωσα αμέσως οδηγίες για να του επιτραπεί να περπατά στον χώρο που είχε υποδειχθεί από το ιατροσυμβούλιο».

Κληθείς να εξηγήσει γιατί συγκλήθηκαν τέσσερα ιατροσυμβούλια για να παρθεί η απόφαση για τον κ. Νεοκλέους, ο κ. Υπουργός απάντησε ότι το πρώτο συγκλήθηκε μετά από αίτημα του κατάδικου μέσω του δικηγόρου του, και το δεύτερο ένα μήνα αργότερα, μετά από επιστολή του δικηγόρου του στο Υπουργείο Υγείας όπου υπέβαλε πρόσθετα πιστοποιητικά και εκθέσεις που αναφέρονταν στην κατάσταση της υγείας του. Το τρίτο ιατροσυμβούλιο, είπε, συγκλήθηκε γιατί ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου ζήτησε κάποιες διευκρινήσεις μετά από τη σύγκληση του δεύτερου ιατροσυμβουλίου, επειδή μιλούσαν για εξωτερική θεραπεία αλλά δεν γινόταν αναφορά στον χώρο που θα έπρεπε να γίνει η θεραπεία, καθώς και τη διάρκεια που θα χρειαζόταν αυτή η θεραπεία. Και πρόσθεσε: «Κατά το τρίτο ιατροσυμβούλιο, αναφέρθηκε ως καταλληλότερο μέρος το Μέλαθρον Αγωνιστών στην Παλώδια, και όταν λάβαμε την σχετική έκθεση προέκυπτε το ερώτημα ποιαν περίπτωση του Κανονισμού πρέπει να εφαρμόσουμε: την περίπτωση που προνοεί ότι εάν η υπηρεσία δεν προσφέρεται από κυβερνητικό νοσηλευτήριο μπορεί ο κρατούμενος να πάει οπουδήποτε ή την περίπτωση που λέει ότι ανεξάρτητα εάν η θεραπεία μπορεί να προσφερθεί από τα δημόσια νοσηλευτήρια ο ασθενής μπορεί να ζητήσει να πάει σε ιδιωτική κλινική της επιλογής του, νοουμένου ότι θα πληρώσει και τα έξοδα; Γι αυτό ζητήσαμε να το διευκρινίσουν με γνωμάτευση του ιατροσυμβούλιο και το οποίο συγκλήθηκε. Δεν είναι η πρώτη φορά που ζητούνται επιπρόσθετες διευκρινίσεις από ιατροσυμβούλια», συμπλήρωσε.

Σε ερώτηση κατά πόσον ήταν επιλογή του ιδίου του κ. Νεοκλέους να νοσηλευτεί στο συγκεκριμένο ιατρικό κέντρο ο κ. Νικολάου απάντησε αρνητικά, εξηγώντας ότι ήταν αποτέλεσμα της έκθεσης του τέταρτου ιατροσυμβουλίου με την αναφορά ότι δεν μπορούσε να προσφερθεί το εντατικό πρόγραμμα της συγκεκριμένης θεραπείας από κανένα δημόσιο νοσηλευτήριο. «Εάν δεν γινόταν αυτή η αναφορά, ο κ. Νεοκλέους δεν θα μπορούσε να μεταφερθεί στο Μέλαθρο», τόνισε, προσθέτοντας ότι επειδή το ιατροσυμβούλιο δεν έκανε αναφορά στη διάρκεια που χρειαζόταν να παραμείνει για θεραπεία, πολύ σωστά τέθηκε όρος κατά την παραπομπή, ότι η περίπτωση του πρέπει να επανεξεταστεί σε τρεις μήνες από ιατροσυμβούλιο.







Τελευταία Ενημέρωση στις: 21/04/2020 11:43:08 AM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα