«Με την βοήθεια της Υπερμάχου Στρατηγού Παναγίας Παρθένου Μαρίας
Με τας ευχάς της φιλτάτης Μητρός Πατρίδος
Την συμπαράστασιν του Κυπριακού Λαού αλλά και σύσσωμου του Παγκόσμιου Φιλελεύθερου κόσμου
Επετελέσατε ηρωικόν άθλον διατηρήσεως ανέπαφων των θέσεων μας
Ελληνολεβέντες, αθάνατοι νεκροί του Αγίου Παύλου Λευκωσίας. Έχομεν στήσει εις τα καρδίας μας, μεγαλοπρεπή τον βωμόν της θυσίας σας εις τας επάλξεις του ιερού σας καθήκοντος

ΖΗΤΩ ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΑΣ» - Ο Διοικητής Δημήτριος Αλευρομάγειρος

Τιμώμενε Στρατηγέ,
Τιμημένοι αγωνιστές του 336 και συγγενείς των ηρώων μας,
Ελληνίδες και Έλληνες,

Με αισθήματα σεβασμού και εθνικής υπερηφάνειας, μνημονεύουμε σήμερα αυτούς που με τον αγώνα και τη θυσία τους, τίμησαν τον ελληνισμό της πατρίδας μας. Αποτίνουμε σήμερα, κατά το πνεύμα της Ημερήσιας Διαταγής της 23ης Αυγούστου 1974, τον οφειλόμενο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στους άνδρες του 336 Τάγματος Επιστρατεύσεως. Στους τριάντα επτά πεσόντες και οκτώ αγνοουμένους, ηρωικούς προμάχους της Λευκωσίας, οι οποίοι κατά την επιχείρηση απόκρουσης της τουρκικής εισβολής, υπερασπιστήκαν μέχρις εσχάτων την μαρτυρική μας πατρίδα.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, επιθυμώ καταρχάς να ευχαριστήσω για τη τιμητική πρόσκληση, το Σύνδεσμο Πολεμιστών 336 Τάγματος Επιστρατεύσεως-1974, το Σωματείο Μάρκος Δράκος Αγίου Δομετίου και προπάντων τις οικογένειες των ηρώων μας. Εκ μέρους της Κυβέρνησης και του ίδιου του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, σας μεταφέρω παράλληλα τα εύσημα για την πραγματικά αξιέπαινη πατριωτική σας δράση, η οποία επισφραγίζεται κάθε χρόνο, μέσω αυτής της θρησκευτικής και εθνικής τελετής.

Ανάχωμα έναντι στην προελαύνουσα λήθη, εθνικές εκδηλώσεις μνήμης, όπως η σημερινή, φέρουν στις δύσκολες ώρες που διάγει η πατρίδα μας, αυξημένη ηθικοπλαστική αξία. Σήμερα, κοινωνώντας από το πνεύμα της θυσίας των ηρώων μας, αντικρύζουμε την ιστορία, σαν τη φωνή των νεκρών που διδάσκει τους ζώντες.

Φίλες και φίλοι,

«Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλος,
να μας κεντρίσουν,
να μας ξυπνήσουν,
να μας φέρουν ένα μήνυμα.
Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτα να νιώσουμε.»

Στην γλαφυρότητα του λόγων του ποιητή Παντελή Μηχανικού, συνοψίζεται η επί σειρά ετών, τραγική υποτίμηση του κινδύνου της τουρκικής επιβουλής.

Οικτρά παρασυρμένοι από την μεταξύ μας αντιπαράθεση, αγνοήσαμε τα άνομα αναθεωρητικά σχέδια της Άγκυρας ήδη από τα γεγονότα του ΄63. Τα προμηνύματα από τους τούρκικους βομβαρδισμούς του καλοκαιριού του ΄64, της Κοφίνου το ΄67. Την με την πάροδο των ετών, κορύφωση των πολεμικών-αποβατικών προετοιμασιών της Τουρκίας.

Άμεσες και ευθείς απειλές, που αντί να μας θέσουν σε εγρήγορση, μας βρήκαν διασπασμένους σε ενωτικούς και ανθενωτικούς, μακαριακούς και γριβικούς. Μας βρήκαν να λησμονούμε ξανά την προειδοποιητική παρακαταθήκη του Σολωμού πως «σαν μισούνται ανάμεσα τους, δεν τους πρέπει λευτεριά».

Με την πρώτη πράξη της πατριδοκτόνου τραγωδίας, να έχει συντελεστεί με το πραξικόπημα, στην Άγκυρα καταστρώνονται ήδη, τα επικείμενα και άνομα επεκτατικά σχέδια. Οι συρρέουσες πληροφορίες για τον κυοφορούμενο κίνδυνο, βρίσκουν όμως Αθήνα και Λευκωσία, προδοτικά απαθείς. Το ημερολόγιο γράφει 19 Ιουλίου 1974 και ήταν η τελευταία νύχτα, που κοιμηθήκαμε λεύτεροι.

Τριάντα έξι και πλέον χιλιάδες στρατεύματα, 80 μαχητικά αεροσκάφη, δεκάδες άρματα μάχης και είκοσι ναυτικά μέσα, συνοδευόμενα από 5 αντιτορπιλικά, εφορμούν τα χαράματα του Σαββάτου από τις τουρκικές βάσεις. Ξεκινούν μόνο και αφού, λαμβάνουν τη διαβεβαίωση ότι δεν θα συναντήσουν απέναντι τους καμία οργανωμένη αντίσταση. Ξεκινούν αφού γνωρίζουν ότι το ένα τρίτο της δύναμης, της μοναδικής αξιόμαχης ΕΛΔΥΚ, έχει αντικατασταθεί την προηγούμενη ημέρα.

Όμως, παρά την συντριπτική αριθμητική και τεχνολογική τους υπεροχή, παρά την οργανωμένη αποδιοργάνωση της Εθνικής Φρουράς, στο μικροεπίπεδο των μαχών, συγγράφονται σελίδες αξιομνημόνευτης ελληνικής αρετής. Κάποιοι θα επαναλάβουν το «Μολών Λαβέ» του Λεωνίδα. Το «πάντες αυτοπροαιρέτως αποθάνουμεν» του Παλαιολόγου. Παρά την προδοσία, κάποιοι επιμένουν πεισματικά να φανούν συνεπείς με το ιστορικό συναπάντημα. Αυτοί οι ανδρείοι, αναγκάζουν τους Τούρκους επιτελείς να ομολογήσουν αργότερα ότι, σε επιχειρησιακό επίπεδο ο αναμενόμενος περίπατος εξελίχθηκε αρχικά, σε πραγματική κόλαση. Ότι ειδικά τις πρώτες κρίσιμες ώρες, η επιχείρηση υπήρξε απολογιστικά παταγώδης για τους ίδιους αποτυχία.

Το πολεμικό ημερολόγιο μονάδων όπως το 336, αποκαλύπτει τους λόγους, επιβεβαιώνουν το συμπέρασμα ότι το 1974 στην Κύπρο, δεν ηττηθήκαμε αλλά προδοθήκαμε. Αρχικά με την επιστράτευση των κρίσιμων ειδικοτήτων και στη συνέχεια ολόκληρης της δύναμης, πραγματοποιείται η κατάταξη των εφέδρων του 336, στο Δυόμιση Μίλη και στο Πραστειό. Διοικητές των Λόχων ορίζονται, στον 1ο ο Παμπόρης, στον 2ο ο Σολωμής και στον 3ο ο Σοφρωνίου. Τους Υποστηρίξεως και Διοικήσεως, αναλαμβάνουν αντίστοιχα ο Καρράς και Κουτούρης, ενώ καθήκοντα Υπασπιστή Τάγματος, εκτελεί ο Μιχαλάκης Στεφανίδης.

Άπαντες Έφεδροι Ανθυπολοχαγοί πλην του Υπολοχαγού Ανδρέα Δημητρίου, Υποδιοικητή Τάγματος. Διοικητής του Τάγματος, ο σήμερα Αντιστράτηγος εν αποστρατεία, επίτιμος Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, Δημήτριος Αλευρομάγειρος. Από τους πρώτους Ελλαδίτες αξιωματικούς εθελοντής κατά την Τουρκανταρσία, εκπαιδευτής των εθνοφρουρών στην Ακανθού και συμμετέχων με το 206 στις επιχειρήσεις της Μανσούρας, ο Αλευρομάγειρος εκτελεί καθήκοντα στην Κύπρο από τον Οκτώβριο του ’73.

Πρώτη αποστολή του Τάγματος αποτελεί η κατάληψη της τουρκοκυπριακής συνοικίας Σακκάρια, όμως ο 2ος Λόχος δεν συναντά αντίσταση καθότι, οι υπερασπιστές της μετακινούνται άνευ μάχης, εντός των τειχών της Αμμοχώστου. Μέχρι το απόγευμα της 22ας Ιουλίου, οπόταν και συμφωνείται η εκεχειρία, το Τάγμα μετακινείται στην Λευκωσία και τάσσεται ως εφεδρεία του ΓΕΕΦ στην περιοχή του Προεδρικού Μεγάρου. Με διαταγή της 3ης Ανωτέρας Τακτικής Διοίκησης και του Συνταγματάρχη Αζίνα, στις 23 Ιουλίου, το Τάγμα αναλαμβάνει να προστατεύσει πάση θυσία την αμυντική γραμμή, η οποία άρχεται από τα ανατολικά του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ και καταλήγει στην οδό Λήδρας. Υπό τη διοίκησή του τίθενται, ένας λόχος δύναμης περίπου 200 ανδρών υπό τον λοχαγό Παπατζοχόπουλο στην περιοχή του Ιπποδρόμου, ένας λόχος εφέδρων αξιωματικών με διοικητή τον υπολοχαγό Λιγουδιστιανό στο Λήδρα Πάλλας, λόχος κληρωτών του 211 υπό τον Λοχαγό Χριστοδουλίδη – Μαυρόγιαννο και λόχος υπό τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Ρωσσίδη παρά την Πύλη Πάφου.

Συνολικά, περισσότεροι από 1000 άνδρες τους οποίους ο Διοικητής Αλευρομάγειρος, τοποθετεί με τους αξιωματικούς του στις θέσεις άμυνας, κατά μήκος των 3,5 χιλιομέτρων του Τομέα. Ενός τομέα τον οποίο οι άνδρες του 336 οργανώνουν αμυντικά, εν μέσω άλλοτε σποραδικών και άλλοτε εντονότερων εχθροπραξιών. Όπως αναμενόταν, η κατεπίφαση εκεχειρία αποτελούσε μόνο το πρόσχημα για την περαιτέρω ενίσχυση, εδραίωση και προέλαση των Τούρκων, όπως επιβεβαιώθηκε και στη περίπτωση του Καραβά.

Η επιτηδευμένα αρνητική τροπή που λαμβάνουν οι συνομιλίες στη Γενεύη, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνείας των προθέσεων της Αγκύρας. Οι τελικές προετοιμασίες κορυφώνονται και στις 12 Αυγούστου ο Διοικητής μαζί με τους αξιωματικούς του επισκέπτονται τα Φυλακισμένα Μνήματα. Ενώπιον των 13 παλικαριών της ΕΟΚΑ, ανανεώνουν τον όρκο της αποφασιστικότητας, αντλούν θάρρος και ορκίζονται ότι δεν θα επιτρέψουν στον ιταμό εισβολέα, να συλήσει τους τάφους τους. Αυτή η υπόσχεση μεταλαμπαδεύεται και σύντομα αναπτερώνει το ηθικό όλων των ανδρών του Τάγματος.

Με την κατάρρευση των συνομιλιών, η Λευκωσία εγκαταλείπεται από τους κατοίκους της και η τύχη της επαφίεται πλέον, στην εμψυχία των ηρωικών υπερασπιστών της. Η Δεύτερη Εισβολή, εκδηλώνεται με ανηλεή πυρά αεροσκαφών, πυροβόλων και όλμων εναντίον των ελληνικών θέσεων. Η μεγαλύτερη πίεση ασκείται στο δυτικό μέρος του τομέα, ανατολικά της ΕΛΔΥΚ, στο Σχολείο του Κύκκου, στις Κεντρικές Φυλακές, στο ύψωμα Ελισαίος, το οποίο παρά την ευτολμία των υπερασπιστών του, καταλήγει τελικά στην μοναδική απώλεια του Τάγματος. Ίδιο σκηνικό και Ανήμερα της Θεοτόκου, με τους πολεμιστές του 336 να αμύνονται αμετακίνητοι προς ανακοπή της εχθρικής επίθεσης.

Στις 16 Αυγούστου, η ηρωική διλοχία της ΕΛΔΥΚ υπό τον Λοχαγό Σταυριανάκο, δίνει ίσως την πλέον άνιση και συνάμα ενδοξότερη των μαχών του '74. Αναγκάζεται όμως να συμπτυχθεί αφήνοντας το αριστερό άκρο του 336, ακάλυπτο και συνεπώς προσπελάσιμο για τα τουρκικά άρματα μάχης. Η επιτυχημένη βολή πυροβολικού και τα επίσης εύστοχα αντιαρματικά πυρά του αποσπασμένου, πιθανότατα του ηρωικού καταδρομέα Εμμανουήλ Μπικάκη, ματαιώνουν την προέλαση του εχθρού.
Τα σχέδια κατάληψης της Λευκωσίας, δεν ματαιώνονται από την απογευματινή εκεχειρία και οι άνδρες του 336 παραμένουν ακλόνητοι στις επάλξεις. Στους τομείς των Λόχων Παπαχατζόπουλου και Παμπόρη, ιδιαίτερα στη διμοιρία του Εφ. Ανθυπολοχαγού Νίκου Κουτσού, οι μάχες δίνονται ασταμάτητα μέχρι και το πρωί της επομένης, 17ης Αυγούστου, με αποτέλεσμα την απώλεια μόνον δύο φυλακίων-οικιών στον Άγιο Παύλο.

Το τέλος του επιτυχημένου τετραήμερου, υπέρ του πατρίου εδάφους αγώνα, επισφραγίζεται με τη συνάντηση των αντίπαλων ηγητόρων, μετά από προτροπή των Ειρηνευτών. Στην αξίωση του τούρκου Ταγματάρχη για εκατέρωθεν οπισθοχώρηση και δημιουργία μεγαλύτερης έκτασης νεκρής ζώνης, ο Αλευρομάγειρος με την απάντηση του, φανερώνει ταυτόχρονα και τους λόγους για τους οποίους η δράση του 336 υπό την ηγεσία του, συνεγράφη με χρυσά γράμματα στις δέλτους της ιστορίας: «Δεν μετακινούμεθα ούτε ένα χιλιοστό προς τα πίσω, γιατί είναι πολύ μεγάλη η ελληνική ιστορία για να σας την αναλύσουμε τώρα».

Τιμημένοι πολεμιστές του 336,

Η κυπριακή πολιτεία και όλοι οι Έλληνες Κύπριοι, υποκλινόμαστε σήμερα στους αγώνες και στις θυσίες σας. Γιατί βρήκατε το θάρρος με τον ισχνό και απαρχαιωμένο σας οπλισμό, να προτάξετε τα στήθη απέναντι σε έναν στρατό υπέρτερο. Γιατί λάβατε μέρος σε εκείνη την ανορθόδοξή πάλη του Ανθρώπου με την Μηχανή. Σε εσάς τους Αμμοχωστιανούς, που στο άκουσμα της είδησης πως η γενέτειρα σας καταλήφθηκε, δεν ρίψατε τις ασπίδες, αλλά μεταβάλατε τον πόνο και την αγωνία για τις οικογένειες σας, σε πύρινη αποφασιστικότητα και εκτελέσατε ως Έλληνες το ιστορικό σας καθήκον.

Άπαντες σχεδόν εθελοντές. Άπαντες προδομένοι και εγκαταλελειμμένοι, αλλά αμετακίνητοι ακόμα και όταν στις πλέον κρίσιμες ώρες, σας πληροφορούσαν ότι τελικά «η Κύπρος, κείται μακράν».

Γι’ αυτό και σύμφωνα με τον ποιητή, περισσότερη τιμή σας πρέπει, γιατί γνωρίζατε ότι ο Εφιάλτης είχε ήδη φανεί και «οι Μήδοι, επιτέλους θα διαβούνε».

Παντοτινά υπόχρεοι, γιατί μας υπενθυμίσατε ότι, το καλοκαίρι του '74 στην Κύπρο, δεν αναβίωσε μόνο ο Εφιάλτης, αλλά και ο Λεωνίδας με τους 300 του.

Μνημονεύοντας σήμερα τους τριάντα επτά αθάνατους νεκρούς μας, οι σκέψεις μας στρέφονται αναπόδραστα στις οικογένειες των οκτώ παλικαριών του 336, οι οποίες όπως και εκατοντάδες άλλες, εξακολουθούν να αγνοούν, τη κατάληξη των αγαπημένων τους υιών, πατέρων, συζύγων και αδελφών. Εξακολουθούν να βιώνουν την αναλγησία της Άγκυρας. Την άρνηση της να συνεργαστεί εμπράκτως στο μείζον και ανθρωπιστικό κεφάλαιο των αγνοουμένων. Την τραγική πτυχή την οποία η ίδια δημιούργησε και επονείδιστα συντηρεί για σαράντα τρία και πλέον χρόνια.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Υπόμνηση της θλιβερής πραγματικότητας, η Γραμμή η οποία απέχει ορισμένα μέτρα από τον ιερό τούτο χώρο, οφείλει να μας υπενθυμίζει τον βίαιο διαμελισμό και κατοχή της πατρίδας μας. Τον φόρο πόνου και αίματος, που πλήρωσε και εξακολουθεί να καταβάλλει ο λαός μας.

Υπό το βάρος λοιπόν που δημιουργεί η επαίσχυντη παρουσία των σαράντα και πλέον χιλιάδων στρατευμάτων της Άγκυρας στα καθαγιασμένα χώματα της πατρίδας μας, οφείλουμε σήμερα όσο ποτέ, να προβούμε σε μία γενναία και συνάμα επιβεβλημένη αυτοκριτική.

Να αναρωτηθούμε εάν έχουμε το δικαίωμα, να λησμονήσουμε τους πεσόντες, τους αγνοούμενους, τους εγκλωβισμένους, τους πρόσφυγες συμπατριώτες μας; Έχουμε, και από πότε το δικαίωμα να υποβαθμίσουμε από κορυφαία προτεραιότητα των εθνικών μας προσανατολισμών, το στόχο για την επανένωση της πατρίδας μας; Είμαστε, ο καθένας από εμάς έτοιμοι, να χαρακτηριστούμε από την Ιστορία, ως η γενιά της ατολμίας, της απραξίας και εν τέλει της εθνικής μειοδοσίας; Ως η γενιά που μετά την de facto, παρέμεινε απαθής και στην de jure διχοτόμηση της πατρίδας μας; Η γενιά που αντί να θωρακίζει τον κοινωνικό ιστό με τις πρωτοβουλίες και τις πράξεις της, ξιφουλκούσε κάτω από κομματικούς μανδύες και ανακυκλωνόταν στα τηλεοπτικά παράθυρα.

Ήρθε επιτέλους η ώρα να υπερβάλουμε τους καθημερινούς εαυτούς μας. Να συναισθανθούμε ως πολίτες και πολιτικοί την ιστορική μας ευθύνη. Θέτοντας το εμείς, πάνω από το προσωπικό και κομματικό μας συμφέρον. Να παραδειγματιστούμε επιτέλους από τις συνέπειες της ασύγγνωστης διχόνοιας προς της Εισβολής, υποσχόμενοι ταυτόχρονα, πως δεν θα επιτρέψουμε ποτέ ξανά, την επανάληψη της. Έφτασε η ώρα, να καταστήσουμε επιτέλους την μείζονα εθνική μας υπόθεση, από ψηφοθηρικό αριθμητή, σε πατριωτικό παρανομαστή των συλλογικών μας επιδιώξεων.

Υπό το πρίσμα των συναντήσεων του Προέδρου Αναστασιάδη στη Νέα Υόρκη και των προσπαθειών του για επανέναρξη των συνομιλιών, ας αποδείξουμε έμπρακτα την κοινή μας διάθεση. Ομονοώντας και επιτέλους ομοψυχώντας, να συμβάλουμε εποικοδομητικά και όχι επικοινωνιακά, στις προσπάθειες κάμψης της τουρκικής αδιαλλαξίας και μαξιμαλισμού.

Μόνο με αυτόν το τρόπο θα τιμήσουμε, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, τους αγώνες και τις θυσίες των ηρώων μας. Μόνο με αυτό το τρόπο θα διατηρήσουμε ακέραιες τις ελπίδες μας για απαλλαγή από την κατοχή. Τις ελπίδες μας για την δίκαια και βιώσιμη, εδαφική, πολιτική και κοινωνική επανένωση της πατρίδας μας. Μιας πατρίδας, απαλλαγμένης από στρατεύματα και ξένες πατρωνίες, πραγματικά ανεξάρτητη ως επιβάλλουν οι καιροί και το σύγχρονο διεθνές, νομικό κεκτημένο.

Αυτό είναι μετουσιωμένο στο σήμερα, το ιστορικό μας χρέος και αυτό είναι το δίδαγμα, το οποίο αντλούμε από την προσφορά και τις θυσίες των πολεμιστών του 336 Τάγματος Επιστράτευσης. Αυτή είναι ταυτόχρονα, η ιστορική μας υποχρέωση, έναντι στις απελθούσες και κυρίως στις επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Και σε αυτόν μας τον αγώνα, ας πάρουμε κατά τον ποιητή «μια σταγόνα από το αίμα των ηρώων μας και να μπολιάσουμε το δικό μας».

Αιωνία θα είναι η μνήμη των ηρώων μας και καλή λευτεριά στην πατρίδα μας.









Τελευταία Ενημέρωση στις: 20/10/2020 03:21:18 PM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα