Tην αναγκαιότητα άμεσης προώθησης του νομοσχεδίου που τροποποιεί το Νόμο περί Προστασίας του Απορρήτου Ιδιωτικής Επικοινωνίας, ώστε να εξυπηρετήσει εκκρεμούσες ανακρίσεις που γίνονται από πλευράς της Αστυνομίας, υπογράμμισε, σήμερα, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Ιωνάς Νικολάου, σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συζήτησης του θέματος ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών.

Ο κ. Νικολάου ανέφερε συγκεκριμένα:

«Εξετάστηκε κατά προτεραιότητα το νομοσχέδιο, το οποίο καταθέσαμε την περασμένη βδομάδα και εισηγηθήκαμε όπως ψηφιστεί προτού διακόψει τις εργασίες της η Βουλή των Αντιπροσώπων για τις διακοπές, αναφορικά με τη ρύθμιση ζητημάτων που αφορούν τη δυνατότητα πρόσβασης σε ή λήψης στοιχείων που σχετίζονται με το καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας. Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που τροποποιεί το Νόμο περί προστασίας του απορρήτου ιδιωτικής επικοινωνίας και κρίθηκε αναγκαία η άμεση προώθησή του για να εξυπηρετήσει εκκρεμούσες ανακρίσεις που γίνονται από πλευράς της Αστυνομίας, αφού η γενικότερη αναθεώρηση του Νόμου αυτού, μετά από την αναθεώρηση του Άρθρου 17 του Συντάγματος δεν ήταν δυνατή να προωθηθεί άμεσα, όπως ήταν αναγκαία η ρύθμιση και παραχώρηση των εξουσιών που προβλέπονται στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως έχει αρχίσει την επεξεργασία νομοσχεδίου που αναθεωρεί το Νόμο που αφορά την προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας κατά τρόπο ώστε οι διατάξεις του Νόμου να συνάδουν με το Άρθρο 17 του Συντάγματος όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, και επιπρόσθετα να ρυθμιστούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις και μηχανισμοί ελέγχου στις περιπτώσεις που αφορούν τις παρακολουθήσεις. Το νομοσχέδιο βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο διαβούλευσης με τις αρμόδιες υπηρεσίες, εξετάζονται ζητήματα που αφορούν τεχνικά, κυρίως, θέματα και πριν κατατεθεί στη Βουλή, θα γίνει ένας κύκλος διαβούλευσης με τα πολιτικά κόμματα. Θέλουμε να έχουμε και τις δικές τους απόψεις επί ενός νομοθετήματος που κρίνουμε ότι είναι εξαιρετικής σημασίας τόσο σε σχέση με το δικαίωμα το οποίο προστατεύει όσο και σε σχέση με τη ρύθμιση των απαραίτητων μηχανισμών ελέγχου στις περιπτώσεις που το δικαίωμα αυτό περιορίζεται.

Επειδή υπάρχει αυτή η καθυστέρηση για να συμπληρωθεί το πλήρες κείμενο του νομοσχεδίου που θα αναθεωρήσει ολόκληρο το Νόμο, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο κατά προτεραιότητα το οποίο ρυθμίζει τη δυνατότητα, πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας, δηλαδή την ιδιωτική επικοινωνία που σχετίζεται με ηλεκτρονικά μηνύματα που διακινούνται μέσω διαδικτύου – όπως είναι τα emails, mms, sms, από τα οποία δύναται να ληφθεί το ήδη καταγεγραμμένο περιεχόμενό τους».

Ο κ. Νικολάου σημείωσε ότι δεν αφορά την περίπτωση παρακολούθησης τηλεφωνικής συνδιάλεξης ή ζωντανής επικοινωνίας μέσω του διαδικτύου αλλά ρυθμίζονται μόνο οι περιπτώσεις που η επικοινωνία είναι ήδη καταγεγραμμένη. Για τον λόγο αυτό δεν προνοήθηκαν οι προϋποθέσεις και οι μηχανισμοί ελέγχου που προβλέπεται και είναι αναγκαίοι για σκοπούς των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, πρόσθεσε.

Περαιτέρω, ο κ. Υπουργός επισήμανε ότι η παραχώρηση της αρμοδιότητας της εξουσίας για να έχει κάποιος ανακριτής αυτή την πρόσβαση, γίνεται κατόπιν της έκδοσης δικαστικού διατάγματος, το οποίο είναι δυνατό να εξασφαλιστεί μετά από αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα στο δικαστήριο και το δικαστήριο, συνέχισε, μπορεί να αποφασίζει, έχοντας πάντοτε υπόψη του τα στοιχεία που ρυθμίζονται στο Νόμο και είναι αρκετά εκτεταμένα, ώστε να επιτρέπει στο δικαστήριο να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους απαιτείται η έκδοση διατάγματος για περιορισμό του δικαιώματος της επικοινωνίας. «Δηλαδή απαιτείται να παραχωρηθεί πρόσβαση σε αυτά τα μηνύματα για να γνωρίζει για ποιες υποθέσεις αυτά δυνατό να εξυπηρετηθούν, σε τι θα εξυπηρετήσει σε σχέση με την ανάκριση, ποια είναι τα πρόσωπα που θα προχωρήσουν στην ανάκριση και πως είναι δυνατό να αξιοποιηθούν τα μηνύματα αυτά, και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, μηνύματα που δεν καλύπτονται από το διάταγμα, θεωρείται ότι συνιστά ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε ετών», εξήγησε.

Ερωτηθείς κατά πόσον θα έχει αναδρομική ισχύ, ο κ. Υπουργός υπογράμμισε ότι δεν τίθεται θέμα αναδρομικής ισχύος της νομοθεσίας, αλλά πρόκειται για παραχώρηση εξουσίας στο δικαστήριο να εκδώσει διάταγμα στην περίπτωση που οι ανακριτικές αρχές αποταθούν, με σκοπό να παραχωρηθεί εξουσία στους ανακριτές να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα έγγραφα. «Θα αποτελέσει ένα επιπρόσθετο εργαλείο που θα επιτρέψει στις ανακριτικές αρχές να έχουν πρόσβαση σε έγγραφα που έχουν καταγραφεί πριν από τη θέσπιση του Νόμου και είναι αναγκαία για σκοπούς συμπλήρωσης κάποιων ανακρίσεων», υπογράμμισε.

Επιπρόσθετα, ο κ. Νικολάου τόνισε ότι αυτό δεν θα νομιμοποιήσει τη δυνατότητα περιορισμού της προστασίας του δικαιώματος της ιδιωτικής επικοινωνίας, κάτι το οποίο έγινε από το 2010, με την τροποποίηση του Συντάγματος, αλλά να καθορίσει τη διαδικασία και να δώσει εξουσία στο δικαστήριο να μπορεί να εκδώσει αυτό το διάταγμα.

Κληθείς να αναφέρει για ποια αδικήματα δύναται να εξασφαλιστεί αυτό το διάταγμα, ο κ. Υπουργός είπε ότι αφορά τα αδικήματα που προνοούνται στο Άρθρο 17 του Συντάγματος, τα οποία σχετίζονται με την ασφάλεια της Δημοκρατίας, με την εμπορία προσώπων, την εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών, τη διαφθορά, την οικονομία, το νόμισμα της Δημοκρατίας.







Τελευταία Ενημέρωση στις: 20/10/2020 03:20:31 PM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα