Το θέμα των στημένων παιχνιδιών δεν αποτελεί πια ένα κοινό μυστικό μεταξύ των φορέων των ομαδικών αθλημάτων – κάτι το οποίο συνέβαινε για πολλά χρόνια προηγουμένως – αλλά η αποκάλυψη και η ανάδειξή του μέσα από την έρευνα, συνιστά προειδοποίηση σε όλους τους αθλητικούς παράγοντες, στους ποδοσφαιριστές, στους προπονητές, στα Διοικητικά Συμβούλια, στους διαιτητές και σε όλους εκείνους που είναι έτοιμοι να ενδώσουν σε αυτού του είδους τις προκλήσεις, επεσήμανε ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, μετά το πέρας της συνάντησης που είχε με εκπροσώπους του Παγκύπριου Συνδέσμου Ποδοσφαιριστών, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της εκστρατείας που διεξάγει ο Σύνδεσμος για τα στημένα παιχνίδια. Σε δηλώσεις του ο κ. Νικολάου ανέφερε:

«Συζητήσαμε για την εκστρατεία που διεξάγεται αυτή τη στιγμή για τα στημένα παιχνίδια και θα ήθελα να συγχαρώ τον ΠΑΣΠ γι’ αυτή την πρωτοβουλία που αφορά ένα τόσο καίριο και σοβαρό θέμα. Τα αποτελέσματα της έρευνας που μου έχουν δώσει είναι πολύ ενδιαφέροντα, καθώς φαίνεται ξεκάθαρα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ποδοσφαιριστών πιστεύουν ότι υπάρχουν στημένα παιχνίδια. Ένα σημαντικό ποσοστό από τους ποδοσφαιριστές - το 67 τοις εκατό - υποστηρίζουν ότι υπάρχουν στημένα παιχνίδια και στους αγώνες Α΄ Κατηγορίας, πολύ δε μεγαλύτερο είναι το ποσοστό που πιστεύουν τα στημένα παιχνίδια επεκτείνονται και στους αγώνες της Β΄ Κατηγορίας.
Ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι ένα ποσοστό των ποδοσφαιριστών δηλώνουν ότι παιχνίδια στήνονται ακόμη και κατά τη διάρκεια του αγώνα, δηλαδή κατά τη διάρκεια του διαλείμματος, πέραν των όσων δηλώνουν ότι στήνονται αγώνες πριν αυτοί ξεκινήσουν.

Επίσης, είναι σημαντικό ότι ένα ποσοστό δηλώνει ότι στήνονται παιχνίδια από μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων, ενώ ένα μικρότερο ποσοστό ότι στήνονται από προπονητές ή από άλλους ποδοσφαιριστές ή συμπαίκτες. Αυτά είναι πολύ χρήσιμα στοιχεία για να μπορέσει κανείς να εξετάσει τα αίτια τα οποία προκαλούν αυτή την τακτική και στη συνέχεια για να ληφθούν μέτρα, αξιοποιώντας τα μέσα που προσφέρονται, ώστε να διερευνηθούν αυτού του είδους οι υποθέσεις.

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο, που πηγάζει από τα στοιχεία της έρευνας είναι ότι μόνο το 25% των ερωτηθέντων είναι έτοιμοι να καταγγείλουν αυτού του είδους τις ενέργειες. Το άλλο 75%, προβάλλει ως ένα από τους σημαντικότερους λόγους την ανασφάλεια και ότι δεν έχουν πρόθεση να καταγγείλουν οποιαδήποτε πληροφορία η οποία περιέρχεται στην αντίληψή τους, αναφορικά με στημένα παιχνίδια.

Στη βάση όλων αυτών των στοιχείων, έχουμε συζητήσει κάποια μέτρα τα οποία μπορούν να ληφθούν για να μπορέσουμε να ενισχύσουμε την προσπάθεια μας για διερεύνηση αυτών των σημαντικών πληροφοριών, οι οποίες αποτελούν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα γύρω από το fair play στο δικό μας πρωτάθλημα.

Ένα από τα θέματα που συζητήσαμε είναι να εγκαινιάσουμε μια προσπάθεια καλύτερης συνεργασίας μαζί με την Αστυνομία, ώστε να διευκολυνθεί και ενθαρρυνθεί η παραχώρηση τέτοιων πληροφοριών στην Αστυνομία. Έχουν στη διάθεση τους ένα ηλεκτρονικό πρόγραμμα, το οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται από κάποιες χώρες της ΕΕ, αλλά χρειάζεται μια περαιτέρω αξιολόγηση και αυτό θα γίνει από την Αστυνομία σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο.

Παράλληλα, συζητήσαμε τις ανάγκες για τροποποίηση της νομοθεσίας μας με στόχο τον εκσυγχρονισμό της. Μιλήσαμε για τις απαιτήσεις της ΟΥΕΦΑ, η οποία επισύρει εξοντωτικές ποινές για τους αθλητικούς παράγοντες οι οποίοι μετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο σε στημένα παιχνίδια. Γι’ αυτό ο Σύνδεσμος έχει αναλάβει την πρωτοβουλία, μαζί με το νομικό του σύμβουλο, να ετοιμάσει μια μελέτη στην οποία να περιλαμβάνονται συγκεκριμένες εισηγήσεις που θα στοχεύσουν στον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας μας, αξιοποιώντας μέτρα που έχουν ληφθεί σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην Αγγλία, και από την οποία θα μπορούσαμε να αντλήσουμε την απαιτούμενη πληροφόρηση για να εκσυγχρονίσουμε τη δική μας νομοθεσία. Ο εκσυγχρονισμός αυτός αφορά το πλαίσιο εφαρμογής συγκεκριμένων κριτηρίων για ορισμένα αδικήματα, κατηγοριοποιώντας πια τα αδικήματα, αντί του γενικού αδικήματος το οποίο έχουμε σήμερα, αυξάνοντας τις ποινές αναλόγως της συμμετοχής κάποιου παράγοντα σε αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, θα εμπλέξουμε σε αυτή την προσπάθεια και την ΚΟΠ, η οποία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε σχέση με παραπτώματα, τα οποία ναι μεν η ΟΥΕΦΑ τα θεωρεί πολύ σημαντικά και θα έπρεπε να είχαν ήδη απασχολήσει και τη δική μας Ομοσπονδία, αλλά που φαίνεται ότι χρειάζεται μέσα από ένα διάλογο να αξιολογηθούν ώστε να επιτυγχάνεται η τιμωρία προσώπων με ποινές ανάλογες και αποτρεπτικές για τις συμπεριφορές συγκεκριμένων αθλητικών παραγόντων. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το φαινόμενο που αιωρείται πάνω από το δικό μας πρωτάθλημα γιατί ουσιαστικά δεν έχουμε τη δυνατότητα να εξασφαλίσουμε άμεσα, με άλλο τρόπο πλην από τη θεληματική κατάθεση την απαιτούμενη πληροφόρηση για να οδηγηθούν κάποιοι ενώπιον των δικαστηρίων».

Σε ερώτηση δημοσιογράφου κατά πόσο θα μπορούσε με βάση τα στοιχεία ότι το ποσοστό του 25% των έντιμων ποδοσφαιριστών είναι έτοιμο να καταθέσει, να συσταθεί μια ανακριτική ομάδα και να μπορέσει να ανοίξει μια υπόθεση που θα δείξει τί πραγματικά συμβαίνει στο χώρο του ποδοσφαίρου, ο κ. Υπουργός είπε ότι από τη στιγμή που διαπιστώνεται ότι μόνο ένα ποσοστό της τάξεως του 25% είναι έτοιμοι να μιλήσει, εκείνο που θα πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο είναι το πώς θα ενθαρρύνουμε περισσότερο αυτό το ποσοστό να καταγγείλει πληροφορίες που περιέρχονται στην αντίληψή του, αλλά και να αυξήσουμε το ποσοστό αυτό, διασφαλίζοντας τις ανησυχίες που έχουν. Αυτό είναι ένα από τα ζητήματα για τα οποία έγιναν συγκεκριμένες εισηγήσεις, τόσο σε σχέση με τη διερεύνηση που γίνεται από πλευράς της Αστυνομίας όσο και σε σχέση με τη διασφάλιση που μπορεί να δοθεί σε αυτούς τους ποδοσφαιριστές μέσα από συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις.

Επεξήγησε ότι αυτού του είδους τα φαινόμενα, που συνιστούν τη γενικότερη μορφή της διαφθοράς, θα πρέπει να βρούμε τρόπο να τα αντιμετωπίσουμε μέσα από την ενθάρρυνση των προσώπων να τα καταγγείλουν. «Ένα σημαντικό στοιχείο προς αυτή την κατεύθυνση είναι να προστατεύονται τα πρόσωπα που μπορούν να δώσουν τέτοια πληροφόρηση, να διασφαλίζεται η εργασία τους, ώστε να μην τιμωρηθούν γιατί κατήγγειλαν πράξη διαφθοράς και από την άλλη να μην βρεθεί σε κίνδυνο η ζωή τους», συμπλήρωσε.

Περαιτέρω, ο κ. Νικολάου αναφέρθηκε στη χθεσινή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που αφορά την Εθνική Στρατηγική που ετοιμάζει η Κυβέρνηση αναφορικά με το θέμα της Διαφάνειας και της διαφθοράς, σημειώνοντας ότι σε ένα από τα κεφάλαια της Στρατηγικής αυτής εμπίπτουν οι περιπτώσεις προστασίας των μαρτύρων οι οποίοι δίδουν τέτοιου είδους πληροφόρηση στις Αρχές. Εξήγησε ότι θα ληφθούν νομοθετικά μέτρα τα οποία θα διευκολύνουν την παραχώρηση σχετικών πληροφοριών στις Διωκτικές Αρχές, ώστε να μπορέσουν να στοιχειοθετηθούν οι υποθέσεις για πάταξη της διαφθοράς στον τόπο μας. Ο κ. Υπουργός είπε ότι έχει ετοιμαστεί ένα νομοσχέδιο στη βάση ρυθμίσεων που έγιναν και σε άλλες χώρες και αυτά τα θέματα θα απασχολήσουν την Υπουργική Επιτροπή που θα καταρτιστεί για τα ζητήματα διαφθοράς.

Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσο συζητήθηκε και το θέμα της κάρτας φιλάθλου, ο κ. Υπουργός εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ο Σύνδεσμος στηρίζει τα μέτρα που προωθεί η Κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της βίας στα γήπεδα.

Καταλήγοντας, ο κ. Νικολάου ανέφερε ότι ένα από τα προβλήματα διερεύνησης των υποθέσεων είναι και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζονται για να αποδειχθούν αυτού του είδους οι υποθέσεις. Και πρόσθεσε: «Σίγουρα μέσα από την καμπάνια η οποία γίνεται από πλευράς του Συνδέσμου, η προσπάθεια είναι να ευαισθητοποιηθούν οι παράγοντες του ποδοσφαίρου να εμποδίσουν την ανάπτυξη αυτού του φαινομένου, αλλά και από την άλλη να καταγγέλλουν τέτοιου είδους περιστατικά. Όμως πέρα από την εθελοντική πληροφόρηση, δυστυχώς, υπάρχει αδυναμία από πλευράς των διωκτικών αρχών να μπορέσουν να αναζητήσουν με άλλα μέσα την απαιτούμενη μαρτυρία για να στηρίξουν τέτοιες υποθέσεις. Για να μπορέσει να γίνει κάτι τέτοιο, χρειάζεται σίγουρα να υπάρξουν αλλαγές σε νομοθεσίες, όπως για παράδειγμα τη νομοθεσία που αφορά το απόρρητο της τηλεπικοινωνίας με την παραχώρηση δυνατότητας, κατόπιν δικαστικού διατάγματος, για αξιοποίηση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ή ακόμα και αλλαγή της νομοθεσίας σε σχέση με το χρόνο φύλαξης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων. Είναι θέματα τα οποία αξιολογούνται σε συνεργασία με τη Νομική Υπηρεσία».







Τελευταία Ενημέρωση στις: 20/10/2020 03:20:33 PM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα