Ουδείς δικαιούται να παραγνωρίζει ότι, εκτός από το δικαίωμα της προστασίας της επικοινωνίας υπάρχει και το δικαίωμα της ασφάλειας του πολίτη και του κοινωνικού συνόλου. Η Κυβέρνηση, στα πλαίσια της υποχρέωσης της να διασφαλίσει επαρκείς συνθήκες ασφάλειας, κρίνοντας αναγκαία την ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου των ανακριτικών αρχών για την αποτελεσματική πρόληψη και διερεύνηση εγκληματικών πράξεων, που σχετίζονται με την εμπορία ναρκωτικών και το οργανωμένο έγκλημα, κατέθεσε στη Βουλή των Αντιπροσώπων τροποποιητικό νομοσχέδιο για προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας. Το νομοσχέδιο αφορά την παρακολούθηση των συνδιαλέξεων και την πρόσβαση σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, κατόπιν δικαστικού διατάγματος, υπό όρους και προϋποθέσεις, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή για την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη των αδικημάτων που προβλέπονται στο Νόμο.

Εφόσον τα υφιστάμενα μέσα που διαθέτει η Πολιτεία για δίωξη του σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος είναι αδύναμα μπροστά στις πρακτικές που ακολουθούν οι εγκληματίες για να ξεφεύγουν από τα χέρια της Αστυνομίας, έχει την υποχρέωση να λάβει δραστικά μέτρα πρόληψης και πάταξης του εγκλήματος. Πρέπει να διασφαλίσουμε την ασφάλεια των πολιτών από εγκληματικές δραστηριότητες όπως είναι η διακίνηση ναρκωτικών, η εμπορία προσώπων, οι τρομοκρατικές ενέργειες, η παιδική πορνογραφία, κλπ., περιορίζοντας στο ελάχιστα επιτρεπτό τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά παρέχοντας στις αρμόδιες αρχές τα απαραίτητα εφόδια ώστε να είναι αποτελεσματικές στο έργο τους.

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, ο Γενικός Εισαγγελέας, κατόπιν γραπτού αιτήματος του Αρχηγού Αστυνομίας ή του Διοικητή της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών ή οποιουδήποτε άλλου ανακριτή δεόντως εξουσιοδοτημένου να διενεργεί ανακρίσεις με τις διατάξεις του Νόμου, δύναται, με μονομερή αίτηση, να ζητήσει έκδοση δικαστικού διατάγματος για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας.

Η παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας επιτρέπεται μόνο κατόπι δικαστικού διατάγματος και το οποίο εκδίδεται αφού τεθεί στο δικαστήριο πλήρης και εμπεριστατωμένη έκθεση γεγονότων τα οποία να δικαιολογούν την έκδοση του διατάγματος. Στο διάταγμα του δικαστηρίου περιγράφεται το είδος της ιδιωτικής επικοινωνίας και ο τρόπος με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η παρακολούθηση, η χρονική διάρκεια της παρακολούθησης και το ύποπτο άτομο που θα τύχει παρακολούθησης. Πρέπει να τονιστεί ότι οι παρακολουθήσεις διενεργούνται μόνο από μέλη της Αστυνομίας ή της ΚΥΠ, τα οποία είναι ειδικά εξουσιοδοτημένα για το σκοπό αυτό από τον Αρχηγό Αστυνομίας ή το Διοικητή της ΚΥΠ για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Το νομοσχέδιο περιέχει, επίσης, εκσυγχρονιστικές διατάξεις, που αφορούν το τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για σκοπούς εφαρμογής του τεχνικού μέρους των παρακολουθήσεων από τις αρμόδιες αρχές και προβλέπονται διατάξεις για τις υποχρεώσεις των παροχέων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σε σχέση με τη συνδρομή που παρέχουν στις αρμόδιες αρχές για την εκτέλεση των διαταγμάτων παρακολούθησης. Στόχος είναι η αποτροπή της κατοχής και χρήσης μέσων παρακολούθησης από αναρμόδια άτομα.

Επιπρόσθετα, ο έλεγχος της τήρησης της εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας θα διεξάγεται από τριμελή επιτροπή, η οποία διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Συντάσσοντας το νομοσχέδιο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως προέβη σε μια ευρεία διαβούλευση, όχι μόνο με το ευρύ κοινό αλλά και με τα ίδια τα κόμματα – κάποια από τα οποία υπέβαλαν εισηγήσεις που λήφθηκαν σοβαρά υπόψη. Κατά το νομοτεχνικό έλεγχο που διενεργήθηκε, η Νομική Υπηρεσία έκρινε ότι οι πρόνοιες του δεν είναι υπερβολικές ώστε να καταπατούνται δικαιώματα των πολιτών. Παρόλα αυτά, το Υπουργείο εκφράζει την ετοιμότητά του να προχωρήσει σε περαιτέρω συζήτηση, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο περιορισμός των δικαιωμάτων του πολίτη θα είναι στον ελάχιστο βαθμό που είναι αναγκαίος για τη διασφάλιση της ασφάλειας του πολίτη.