Τιμούμε και γιορτάζουμε κάθε χρόνο αυτές τις ημέρες, τρεις μεγάλες για το έθνος μας, επετείους. Ως χριστιανοί, τιμούμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ενώ ως Έλληνες, την εθνική μας παλιγγενεσία του 1821 καθώς και την 1η Απριλίου του ’55. Την ημέρα, που εξήντα χρόνια σαν σήμερα και ο κυπριακός ελληνισμός, ευαγγελίστηκε την ελευθερία του.

Ανεβαίνουμε σήμερα νοητά, στην κορυφή των εθνικών μας επετείων, για να αγναντέψουμε με εποπτική διάθεση, τη μετέπειτα ιστορική μας περιπέτεια. Ανατρέχουμε σήμερα στις ενδοξότερες στιγμές του εθνικού μας βίου, για να νοηματοδοτήσουμε ξανά, την ατομική και εθνική μας πορεία. Ανάγκη, που σήμερα για τον ελληνισμό, καθίσταται επιτακτικότερη από ποτέ.
Ελληνίδες και Έλληνες,

Στην τρισχιλιετή διαδρομή του Ελληνισμού, η Μεγάλη Εθνεγερσία του ‘21 αποτελεί αναμφίβολα, ένα από τα φωτεινότερα ορόσημα. Απέδειξε στα έθνη ότι η αγωνιστικότητα και η ισχυρή θέληση ενός λαού, μπορούν ν’ αλλάξουν την ιστορική του μοίρα. Απέδειξε για εμάς του Έλληνες τη θαυματοποιό δύναμη του γένους μας, τις αρετές και δυνατότητες μας, όταν στοχοθετούμε υπό συνθήκες εθνικής ενότητας.

Η εξέγερση που κηρύχτηκε στις 25 Μαρτίου, δεν υπήρξε ένα ακαριαίο ξέσπασμα ενός καταπιεσμένου λαού. Τουναντίον, αποτέλεσε την κατάληξη μιας πολύχρονης διαδικασίας εθνικής αφύπνισης. Το προεπαναστατικό έργο ελλήνων διανοουμένων, όπως του Ρήγα Φεραίου, του Κοσμά του Αιτωλού και του Αδαμάντιου Κοραή, φλόγιζε τις ψυχές των υπόδουλων ελλήνων. Η μακραίωνη καρτερία, η για τέσσερις αιώνες αντίσταση στην αφελληνιστική καταπίεση των Οθωμανών, καθόλου δεν έκαμψε την ακάματη προσήλωση των Ελλήνων στο εθνολογικό τους κεκτημένο.

Αλήθεια ποιος άλλος λαός, μέσα από τέτοιες και τόσες εξοντωτικές πολιτικές που απέβλεπαν στον αφανισμό του, θα μπορούσε να κρατήσει άφθαρτα τα εθνικά του ιδεώδη;

Η οικονομική άνθηση του παροικιακού κυρίως ελληνισμού, η ύπαρξη σαφούς ιδεολογικής βάσης και η διάδοση των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, η συμβολή της Εκκλησίας στη διατήρηση της εθνικής συνείδησης, καθώς και η οργανωτική προετοιμασία της Φιλικής Εταιρείας, αποτέλεσαν τις απαραίτητες συνιστώσες της εξέγερσης. Την ενσάρκωση του οράματος, το βάρος του αγώνα, θα αναλάμβαναν τα προυπάρχοντα, ένοπλα σώματα αρματολών και κλεφτών. «H φρουρά του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου» όπως τους χαρακτήριζε ο Κολοκοτρώνης.

Το ξέσπασμα της όμως, καταδικάζεται ομόφωνα από την πανίσχυρη τότε Ιερά Συμμαχία. Το ξεκίνημα της, πνίγεται από τον Οθωμανικό δεσποτισμό, με σφαγές και ολοκαυτώματα. Στην αιματοπότιστη Χίο, στην Κάσο, στα Ψαρρά και στο Μεσολόγγι, η οθωμανική θηριωδία αφήνει πίσω της ολοκαυτώματα και εκατόμβες.

Η διεθνής κατακραυγή, δίνει νέα ώθηση στο φιλελληνικό ρεύμα σε Ευρώπη και Αμερική. Η Δύση συγκλονίζεται από τον μακροχρόνιο, άνισο και αντίξοο, ενάντια στην τουρκοκρατία, αγώνα. Συγκινείται από τον ηρωισμό και το πάθος των ελλήνων αγωνιστών. H ανθρωπογεωγραφία της ελληνικής επανάστασης, βρίθει από ηρωικές μορφές, ακατάλυτες μέχρι τις ημέρες μας. Μπότσαρης, Μπουμπουλίνα, Παπαφλέσσας, Μιαούλης, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης. Ήρωες της καθημερινότητας, με τα συμφέροντα και τις υστεροβουλίες, τις έριδες και τις ζηλοφθονίες τους.

Αυτοί ήταν οι αμόρφωτοι και απειθάρχητοι χωρικοί και θαλασσινοί, που κατατρόπωσαν στρατιές και καταναυμάχισαν στόλους. Αυτοί, ο ανώνυμος λαός, επίγονοι των Μαραθωνομάχων και των Σαλαμινομαχων, απέδειξαν ξανά ότι ο ηρωισμός και το φιλελεύθερο ήθος είναι ιδιώματα, συνυφασμένα με τον γενετικό κώδικα των Ελλήνων. «Στους Έλληνες», όπως σημείωνε ο Καζαντζάκης «έχει δοθεί η αποστολή, να μεταμορφώνουν την δουλεία, σε ελευθερία».

Αυτό ήταν το μήνυμα, που μας κατέλειπαν οι ήρωες του 1821. Ένα συμβόλαιο Ελευθερίας γραμμένο με το αίμα τους. Που συντηρήθηκε στην πολυτάραχη πορεία του έθνους και σταδιακά μεταδόθηκε μέχρι την ιδιαίτερη μας πατρίδα.

Ελληνίδες και έλληνες,

Το έπος του ‘55-59, χαρακτηρίζεται ως η εν Κύπρω συνέχεια και επανάληψη, της ελληνικής δόξας των οπλαρχηγών του Μοριά και της Στερεάς Ελλάδας. Υπήρξε η συνέχεια του απαγχονισμού του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, της σφαγής των εθνομαρτύρων Μητροπολιτών μεταξύ αυτών και του Κιτίου, Μελέτιο, των προκρίτων και των εκατοντάδων συμπατριωτών μας, που με το αίμα τους πρωτομπόλιασαν τον αγώνα της κυπριακής ελευθερίας.

Όπως και στον ελλαδικό χώρο, με τη συμβολή της εθναρχούσας Εκκλησίας, το φρόνημα των Κυπρίων στα δίσεκτα χρόνια της ξένης επικυριαρχίας, παρέμεινε ανυπότακτο και ελληνικό.

Γι’ αυτό και ο επαναστατικός αγώνας της ΕΟΚΑ δεν υπήρξε τίποτε άλλο, παρά η έμπρακτη κορύφωση του προαιώνιου αλυτρωτικού μας πόθου. Υπήρξε η ιστορική συνέχεια της ενωτικής διακήρυξης των Κυπρίων στη Ρώμη το 1821 και των τριών κινημάτων που ακολούθησαν στο νησί το καλοκαίρι του 1833. Ήταν η συνέχεια της κήρυξης της Ένωσης μετά της Μητρός Ελλάδας, από το Μητροπολίτη Κιτίου Νικόδημο Μυλωνά και της πρώτης αυθόρμητης εξέγερσης εναντίον των Βρετανών τον Οκτώβρη του 1931. Της συντριπτικής αξίωσης όπως εκφράστηκε στο Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950.

Αυτήν την ιστορική αξίωση, την αξίωση για απελευθέρωση και ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό, θεώρησαν οι αποικιοκράτες ότι μπορούν να καταπνίξουν. Αρνούμενοι στο λαό μας το αναφαίρετο, αθετώντας τις υποσχέσεις του 1907, του ’12, του ΄15 και πιο πρόσφατα του 1940.

Λησμόνησαν αυτούς που πολέμησαν στο πλευρό τους στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στη Βόρειο Αφρική. «Το ζήτημα της Ένωσης είναι κλειστό». «Ουδέποτε η Κύπρος θα μπορούσε να τύχει αυτοδιάθεσης». Ύβρεις που δεν μπορούσαν να μείνουν αναπάντητες. Ύβρεις που καθιστούσαν την ένοπλη εξέγερση, ζήτημα τιμής και εθνικής αξιοπρέπειας. Ο κύβος ερρίφθη.

Οι «κρυφοί άνεμοι» είχαν αρχίσει να φυσούν και το καΐκι της ελευθερίας, προάγγελος δόξης λαμπρής, σηκώνει άγκυρα και αρμενίζει για το μοιρόγραφτο μας νησί. Μεταφέρει μαζί του το πρώτο πολεμικό υλικό και τον στρατιωτικό αρχηγό της οργάνωσης. Ο Γεώργιος Γρίβας, αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας, το ακατόρθωτο.

Την ίδια περίοδο, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ορκίζει τον Κυπριακό Ελληνισμό στην Παναγία Φανερωμένης και οι εξελίξεις φαντάζουν προδιαγεγραμμένες. Η ανάληψη ένοπλης δράσης την 1η Απριλίου, σηματοδοτεί τη ημέρα που σταμάτησαν τα ειρηνικά και άκαρπα διαβήματα. Την ημέρα που αρχίζει πλέον η ιστορία, να γράφει τις σελίδες της Κυπριακής ελευθερίας, με τον ιδρώτα και το αίμα ηρώων.

Η κρυμμένη σπίθα της λευτεριάς, πετά τις πρώτες της φλόγες, μαζί με τις εκρήξεις που ακούστηκαν τα μεσάνυκτα της 31ης Μαρτίου προς την 1η του Απρίλη. Ήταν η νύκτα που αντιλάλησε σε όλο τον κόσμο, την αμετάκλητη απόφαση της γενιάς του ’55-59, να ζήσει λεύτερη ή να πεθάνει. Ήταν η νύκτα, που, με τα λόγια του Υψηλάντη, καλέσαμε την ελευθερία, στη γη της πατρίδας μας.

Στο εθνικό προσκλητήριο, στο νέο «Ίτε παίδες Ελλήνων…», πρώτη ανταποκρίθηκε η κυπριακή νεολαία. Οι υπέροχοι νέοι και νέες που δεν ναρκώθηκαν από το βόλεμα. Που δεν έμαθαν ύμνους ξένους και δεν συμβιβάστηκαν στη θέα καμιάς άλλης σημαίας, παρά μόνο της γαλανόλευκης.

Αυτή η νέα «χούφτα τρελών», θα υψώσουν, 130 χρόνια μετά την Ελληνική επανάσταση, ξανά τα καριοφίλια και τις σπάθες. Βαφτισμένοι στης Ελλάδας τα νάματα, θα συμπορευτούν με τον αρχηγό Διγενή στο δρόμο της ελληνικής τιμής. Θα ψάξουν για την Λευτεριά, σε ανηφοριές και μονοπάτια, σε βουνά και ρεματιές.

Ολόκληρος ο λαός μας αγκαλιάζει τους αγωνιστές και κάθε έκφανση του Αγώνα. Με το κατηχητικό, το σύνδεσμο, τη μεταφορά της αλληλογραφίας, την αναγραφή συνθημάτων και τη ανύψωση σημαιών. Ηλικιωμένοι και γυναίκες, όχι μόνον δεν μένουν αμέτοχοι, αλλά αναδεικνύονται σε αφανείς ήρωες. Κατασκευάζουν κρησφύγετα, φιλοξενούν και τροφοδοτούν τις αντάρτικες ομάδες, συμμετέχουν στην παθητική αντίσταση, παρέχουν πληροφορίες κρίσιμες για την έκβαση του αγώνα.

Οι μεγαλύτεροι, οι πιο ριψοκίνδυνοι συμμετέχουν σε αποστολές παρακολούθησης, κατασκευάζουν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και όπλα, συμμετέχουν στις ομάδες κρούσης και στο αντάρτικο.

Μάταια οι αποικιοκράτες προσπαθούν να συνέλθουν από την επαναστατική καταιγίδα που ξεσπά στο νησί. Ο αιφνιδιασμός τους, θα δώσει σύντομα θέση, στην αλαζονεία, στις δόλιες μεθόδους και στην εφαρμογή των πιο αναχρονιστικών και απάνθρωπων μέτρων.

Επιβάλλουν κατ’οίκον περιορισμούς, προβαίνουν σε συλλήψεις και προσωποκρατήσεις, χωρίς εντάλματα, χωρίς δίκη. Κλείνουν τα Γυμνάσια, δολοφονούν μαθητές, μικρά παιδιά όπως τον επτάχρονο Δημητράκη Δημητριάδη λίγα μόλις μέτρα από εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Θα επικηρύξουν με αμύθητα για την εποχή, πλούτη, τους πλέον καταζητούμενους αγωνιστές. Μεθοδεύσεις, που καταλήγουν η μία μετά την άλλη στην αποτυχία.

Αναγκάζονται να ανασύρουν από τα μπουντρούμια του μεσαίωνα τις πιο φρικαλέες μεθόδους ανάκρισης. Οδηγούν στην αγχόνη με συνοπτικές διαδικασίες αμούστακα παιδιά. Και πάλιν εις μάτην. Οι πράξεις τους, ατσαλώνουν το φρόνημα του εξεγερμένου λαού, πεισμώνουν ακόμα περισσότερο τις φλογισμένες ψυχές.

Όλο και κάποιος Κυριάκος Μάτσης θα τους υπενθυμίσει ότι ο αυτός ο αγώνας ποιείται για την αρετή και όχι για τα χρήματα. Όλο και κάποιος αντάρτης, όπως τον Τομεάρχη Λάρνακας, Μιχαλάκη Παρίδη, όντας περικυκλωμένος, θα τους επαναλάβει, την αρχέγονη απάντηση: «Οι αγωνιστές της ελευθερίας δεν παραδίνονται, νικούν ή πεθαίνουν».

Με την ίδια αυταπάρνηση, ο επίσης Κιτιέας Πετράκης Κυπριανού, λίγες ημέρες πριν από την ηρωική του θυσία, θα αναφέρει προφητικά στο γράμμα του: «Μην ανησυχείς μάνα, δεν πρόκειται ποτέ να συλληφθώ, θα πέσω πολεμώντας»

Αυτό ήταν το ήθος του Αγώνα της ΕΟΚΑ. Και οι ίδιες θυσίες, το ίδιο ελληνικό κλέος, επαναλαμβάνονται σε ένα πρόχειρο κρησφύγετο στον Μαχαιρά, σε ένα ταπεινό αχυρώνα, λίγο πιο κάτω στο Λιοπέτρι. Επαναλαμβάνονται στις κρυψώνες του Δικώμου και στα κακοτράχαλα βουνά του Πενταδάκτυλου. Στους διαδρόμους του παλαιού Γενικού Νοσοκομείου και στα λημέρια των Σπηλιών.

Αυτή ήταν, η γενιά της ΕΟΚΑ. Μια δράκα απειροπόλεμων παλικαριών, που απέδειξαν σε όλα τα πλάτη της οικούμενης ότι, οι Έλληνες, δεν γνωρίζουν μόνο πώς να πολεμούν. Ξέρουν και πώς να πεθαίνουν. Γι’ αυτό και έγιναν πρότυπα ζωής, για να μας διδάσκουν, πώς πρέπει να περιφρουρείται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και πώς οι λαοί πρέπει να διεκδικούν την ελευθερία τους.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Η Κύπρος των τελευταίων χρόνων, δεν είναι αυτή για την οποία η γενιά του ‘55 θυσίασε τα εκλεκτότερα παλικάρια της. Προτού ακόμα μαραθούν οι δάφνες και οι μερσίνες, παρείσφρησαν τα ζιζάνια της διχόνοιας. Η προαιώνια κατάρα του έθνους, κατατρώει και αυτή τη φορά τις ελληνικές σάρκες και ο τούρκος εισβολέας μαγαρίζει το καλοκαίρι του ’74, τις πατρογονικές μας εστίες. Τα προμηνύματα της απειλής, τις μέλισσες που μας έστελλε για δέκα χρόνια ο Ονήσιλλος, καταφέραμε να τις αγνοήσουμε.

Με παρόμοιο τρόπο, κινδυνεύουμε δυστυχώς σήμερα, να συμβιβαστούμε με την ιδέα, του άλυτου εθνικού μας προβλήματος. Με την ιδέα της κατοχής και των τούρκικων τετελεσμένων. Κινδυνεύουμε, να συμβιβαστούμε με ένα κατ’ εξακολούθηση έγκλημα. Ένα έγκλημα, με θύμα τον ίδιο μας το λαό. Σαράντα ένα χρόνια μετά, κινδυνεύουμε αν δεν αλλάξουμε στάση, να συντελέσουμε νομιμοποίηση του. Να ολοκληρώσουμε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο, την εθνική μειοδοσία του ’74.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Η συναίσθηση των κινδύνων, η συναίσθηση της ιστορικής μας ευθύνης, χρειάζεται σήμερα, να μας βρει σε συστράτευση. Εξορκίζοντας τα φαντάσματα της αντιπαράθεσης και της πόλωσης. Όχι απαραίτητα σύμφωνους, αλλά εθνικά ομόψυχους. Έτοιμους να εγκαταλείψουμε συμπεριφορές στενά μικροκομματικές, στενά ιδιοτελείς. Μακριά από τις Σειρήνες της δημαγωγίας, μακριά από την θώπευση των ώτων του ψηφοφόρου. Η ιστορική μας ευθύνη, μας βρίσκει αποφασισμένους, να διορθώσουμε την ιστορικά απαράδεκτη ανωμαλία, επανενώνοντας τον τόπο μας και τον λαό μας.

Επενδύουμε ταυτόχρονα, σε ένα καλύτερο αύριο, το οποίο συνδιαμορφώνουμε εργαζόμενοι γι’ αυτό, σήμερα. Αναχαιτίζοντας πρωτίστως, τον καρκίνο της σήψης και της διαφθοράς, που τα τελευταία χρόνια, μας έχει ατομικά και συλλογικά, προσβάλει. Με κύρια επιδίωξη, να απαλλάξουμε τον τόπο από την ομηρία της διαπλοκής και της εύνοιας. Ισχυροποιούμε τα αντανακλαστικά της Δικαιοσύνης, θέτουμε ενώπιον της, όσους θεώρησαν ότι είναι υπεράνω του Νόμου. Όσους, έθεσαν το προσωπικό τους συμφέρον, υψηλότερα από το συλλογικό καλό. Όσους καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη μας, έπληξαν την αξιοπρέπεια μας και χρέωσαν το μέλλον των παιδιών μας. Η δική μας επανάσταση σήμερα, αφορά τη ρήξη με το παρελθόν. Τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη της πατρίδας μας.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Στις δεδομένες οικονομικές και πολιτικές αντιξοότητες, ας αποδείξουμε για ακόμη μια φορά, την εφαρμογή μιας διαχρονικής αλήθειας. Ότι εμείς οι Έλληνες, μπορούμε να μεγαλουργήσουμε μόνο υπό συνθήκες ομόνοιας και αδελφοσύνης. Και όταν τα κατεχόμενα μέρη μας δυνατόν να αποτελέσουν ακόμα μια, άλλη χαμένη πατρίδα, αυτό το ζητούμενο καθίσταται πλέον αναγκαιότητα.

Αυτή είναι η υπέρβαση που θα δικαιώσει όσους θυσιάστηκαν διαχρονικά για το υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας. Αυτό είναι το ιστορικό μας χρέος, έναντι στις απελθούσες και επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Και μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε, να αντικρύσουμε το μέλλον και με αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία, να επαναλάβουμε τα λόγια του Βασίλη Μιχαηλίδη, ότι η Ρωμιοσύνη εν να χαθεί, όντας ο κόσμος λείψει».

Τιμή και δόξα στους αθάνατους αγωνιστές του ελληνισμού,
Καλή Ανάσταση στις ψυχές και στην πατρίδα μας.

ΙΩΝΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης









Τελευταία Ενημέρωση στις: 20/10/2020 03:20:23 PM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα