Κινηματοθέατρο «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ», Θεσσαλονίκη

Ελληνίδες και Έλληνες,

Οδηγημένοι από το διαχρονικό μας χρέος και με συναισθήματα εθνικής υπερηφάνειας συγκεντρωθήκαμε απόψε, για να θυμηθούμε και να αναβαπτιστούμε στο νόημα του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959. Για την ευκαιρία που μου δώσατε με την πρόσκληση σας, μεταξύ άλλων να αναπολήσω τον εαυτό μου ως φοιτητή (μερικές δεκαετίες νεότερο), αισθάνομαι την υποχρέωση να σας ευχαριστήσω και να σας συγχαρώ. Πρωτίστως την Κυπριακή Εστία Βόρειου Ελλάδας, την Περιφέρεια, το Προξενείο καθώς και όλους ανεξαίρετα τους συντελεστές της αποψινής πατριωτικής σας εκδήλωσης.
Επιθυμώ ταυτόχρονα να σας μεταφέρω τους αδελφικούς χαιρετισμούς του προέδρου της Δημοκρατίας, κ. Νίκου Αναστασιάδη. Είναι άλλωστε καλά γνωστά, τα υψηλά μεγέθη της άδολης αγάπης σας προς την ιδιαίτερη σας πατρίδα και μέσα από την σημαντική σας δράση, το αποδεικνύετε διαχρονικά και πολυδιάστατα. Επιτρέψετε μας γι’ αυτό, να θεωρούμε, εσάς, τους εν Ελλάδι συμπατριώτες μας, ως ένα από τα πιο ζωντανά κύτταρα του κυπριακού ελληνισμού. Ευγνωμοσύνη που δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε, απευθύνουμε ταυτόχρονα στην Ελληνική Κυβέρνηση, στους θεσμικούς φορείς και προπάντων στον αδελφό ελληνικό λαό για τη αφειδώλευτη συμπαράσταση σας, σε όλους ανεξαίρετα τους τομείς της κοινής μας συμπόρευσης.

Συμπατριώτες και συμπατριώτισσές, αγαπητοί συνέλληνες,

Τι κι αν διανύουμε την έβδομη δεκαετία από την απαρχή του εθνικοαπελευθερωτικού μας Αγώνα. Τι κι αν η αχλύς του χρόνου, απειλεί να μας απομακρύνει από την εποποιΐα του ‘55-59. Με κάθε ευκαιρία, σε κάθε περίσταση, ανατρέχουμε στο μεγάλο εθνικό μας κεφάλαιο. Όχι μόνο για να τιμούμε, τους ευκλεείς, επώνυμους και ανώνυμους συντελεστές του. Κυρίως, για να επαναφέρουμε στο προσκήνιο το αξιακό περιεχόμενο του αγώνα τους και να αντλούμε διδάγματα πολύτιμα. Που θα φωτοδοτούν τους εθνικούς μας οραματισμούς και θα καθοδηγούν τους συλλογικούς μας προσανατολισμούς. Καθήκον, που στις ιστορικές ώρες που διάγει σήμερα η πατρίδα μας, καθίσταται ίσως, επιτακτικότερο από ποτέ.

Εκπληρώνοντας λοιπόν το βαρύ μας χρέος γυρίζουμε σήμερα πίσω στο χρόνο. Για να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας, τα αίτια, τα αιτιατά, και κυρίως το σκοπό και το μηνυματικό περιεχόμενο του μεγάλου μας ξεσηκωμού. Του ξεσηκωμού, που έμελλε να συγγράψει τις ενδοξότερες σελίδες του εθνικού μας βίου.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Οι εκρήξεις που συντάραξαν τις μεγάλες πόλεις της Κύπρου, τα χαράματα της 1ης του Απρίλη, υπήρξαν η κορύφωση της αποφασιστικότητας του λαού μας, να ζήσει λεύτερος ή να πεθάνει. Ήταν, η εν όπλοις διατράνωση του αλυτρωτικού πόθου, όπως εκφράστηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την εθνεγερσία του 1821. Του πόθου, που διεκδικήθηκε με κάθε νόμιμο τρόπο και σε κάθε νόμιμο βήμα, από τις αρχές του 20ου αιώνα και εντεύθεν.

Ήδη από τις 15 Ιανουαρίου του ’50, ο κυπριακός ελληνισμός, σε μία πρωτοφανή πράξη εθνικής αυτογνωσίας, αξιώνει ενυπόγραφα και συντριπτικά, την αποκατάσταση του ως μέλος του Εθνικού Κορμού.
Δεκαετίες νωρίτερα και συγκεκριμένα το 1918, ο βρετανός, αρχιγραμματέας της αποικιακής κυβέρνησης θα αποτυπώσει το πνεύμα της ενωτικής διεκδίκησης:

«Υπάρχει μια ελληνική λέξη που εμφανίζεται ευρύτατα και χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη έμφαση(...) Ακούγεται στις ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες, στους λόγους που εκφωνούνται σε κάθε εθνική γιορτή. (...) Συναντιέται σε κάθε ένα από τα πολλά υπομνήματα που υποβάλλονται από τους ηγέτες της ελληνικής κοινότητας στην Κύπρο, είτε στην τοπική είτε στην αυτοκρατορική κυβέρνηση. Η λέξη αυτή είναι η “ΕΝΩΣΙΣ”».

Ως αποτέλεσμα, το ξέσπασμα του ’55, αποτελεί απότοκο των σκοτεινών και συχνά ξεχασμένων χρόνων της αποικιοκρατίας. Της περιόδου, των απρόκλητων ξυλοδαρμών και δολοφονιών επώνυμων και ανώνυμων συμπατριωτών μας. Tων χωρίς δίκην απελάσεων, της λογοκρισίας και της προσπάθειας αφελληνισμού του λαού μας. Ειδικά μετά την πρώτη εξέγερση του Οκτώβρη ‘31 και ειδικά κατά τη διάρκεια των στυγνών διακυβερνήσεων του Στορρς και του Πάλμερ.
Η συσσωρευμένη καταπίεση και τα απάνθρωπα αποικιοκρατικά μέτρα, ζωοδότησαν το κυπριακό ξεσηκωμό και πυροδότησαν την φλόγα της επανάστασης. Η αθρόα, εθελοντική κατάταξη και συμμετοχή κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, χιλιάδων συμπατριωτών μας, υπό το φως της υπόσχεσης, ότι πολεμώντας στο πλευρό των Συμμάχων, θα μάχονται ταυτόχρονα και για την αυτοδιάθεση, σύντομα διαψεύδεται. Το «Ουδέποτε» του Χόμπκινσον αποτελεί την ταφόπλακα και ταυτόχρονα, την καμπή στην ιστορία του ενωτικού κινήματος. Η επανάληψη τόσων ιστορικών ύβρεων απέναντι σε ένα λαό, που η υπομονή του είχε εξαντληθεί προ πολλού, καθιστούσε την ένοπλη εξέγερση, ζήτημα πλέον, τιμής και εθνικής αξιοπρέπειας. Ο κύβος ερρίφθει…

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος παραμένει στο διπλωματικό πηδάλιο και ο απόστρατος της Μικρασιατικής Εκστρατείας και του ελληνοϊταλικού πολέμου, Συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας, αναλαμβάνει, να φέρει εις πέρας το ακατόρθωτο. Η αρτιότητα και μυστικότητα με την οποία θέτει σε εφαρμογή το σχέδιο, βρίσκει τους κατακτητές εντελώς απροετοίμαστους. Όπως ομολογούν εκ των υστέρων: «Η έκρηξη της τρομοκρατίας σε τόσο μεγάλη κλίμακα, υπήρξε για εμάς ο μεγαλύτερος αιφνιδιασμός».

Όμως το ευφυές σχέδιο του Αρχηγού Διγενή, δεν ήταν απρόσωπο. Πίσω του στοιχήθηκαν οι ψυχωμένοι εκτελεστές του. Υποστηρίζεται, από την συντριπτική και ενθουσιώδη πλειοψηφία του λαού μας. Με το κατηχητικό, την αναγραφή συνθημάτων, την ανύψωση σημαιών, με το δαιδαλώδες σύστημα των συνδέσμων, και την μεταφορά αλληλογραφίας, όλοι ήθελαν και όλοι σχεδόν έλαβαν μέρος. Ηλικιωμένοι και γυναίκες, όχι μόνον δεν μένουν αμέτοχοι, αλλά αναδεικνύονται σε αφανείς ήρωες. Κατασκευάζουν κρησφύγετα, φιλοξενούν και τροφοδοτούν τις αντάρτικες ομάδες, συμμετέχουν στην παθητική αντίσταση, κατοπτεύουν τις κινήσεις του εχθρού. Τα αυτιά και τα μάτια της οργάνωσης απλώνονται κυριολεκτικά σε κάθε σημείο της επικράτειας. Στην ηγεσία, μεταφέρεται βαθμηδόν κάθε είδους πληροφορία που, είτε θα γλύτωνε ζωές στην Οργάνωση, είτε θα στοίχιζε στον εχθρό.

Οι μεγαλύτεροι, οι πιο ριψοκίνδυνοι συμμετέχουν σε αποστολές παρακολούθησης. Κατασκευάζουν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και όπλα, συμμετέχουν στις ομάδες κρούσης και στο αντάρτικο. Ο αιφνιδιασμός των βρετανών, θα δώσει σύντομα θέση στις δόλιες μεθόδους και στην εφαρμογή νέων αναχρονιστικών και απάνθρωπων μέτρων.
Επιβάλλουν μαζικά, κατ’ οίκον περιορισμούς, προβαίνουν σε συλλήψεις και προσωποκρατήσεις, χωρίς εντάλματα, χωρίς δίκη. Κλείνουν τα Γυμνάσια και δολοφονούν εν ψυχρώ διαδηλωτές – μαθητές, τραγικό θύμα της αναλγησίας τους, ο επτάχρονος Δημητράκης Δημητριάδη. Αναγκάζονται να ανασύρουν από τα μπουντρούμια του Μεσαίωνα, τις πιο φρικαλέες μεθόδους ανάκρισης και βασανισμού. Με χαλκευμένες κατηγορίες και συνοπτικές διαδικασίες, οδηγούν στην αγχόνη, αμούστακα παιδιά. Όμως και πάλιν εις μάτην. Αυτές οι αντεπαναστατικές μέθοδοι, υπήρξαν αποτελεσματικές στην Κένυα, την Παλαιστίνη και στην Μαλαισία. Στην Κύπρο του πάλλοντος ελληνισμού καταδικάζονται εν τη γενέσει τους, σε αποτυχία.

Κάθε νέα αποικιοκρατική μεθόδευση, κάθε βάναυση απόπειρα να καταπατηθεί η ελληνική ύπαρξη και αξιοπρέπεια, έφερνε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα. Αναμέναν τη διάχυση του φόβου. Την αποδυνάμωση του επαναστατικού φρονήματος και την απομόνωση των αγωνιστών από τον λαό. Όμως η ΕΟΚΑ, είναι πλέον ολόκληρος ο λαός. Άθελα τους, γιγαντώνουν το απελευθερωτικό πάθος και σφυρηλατούν τον αγωνιστικό πόθο. Το φρόνημα των σκλάβων, απογειώνεται. Όλο και κάποιος Κυριάκος Μάτσης θα τους υπενθυμίσει, ότι ο αυτός ο αγώνας ποιείται για την αρετή και όχι για τα χρήματα. Όλο και κάποιος αντάρτης, όντας περικυκλωμένος, θα τους επαναλάβει, με φωνή αρχέγονη ότι «Οι αγωνιστές δεν παραδίνονται, νικούν ή πεθαίνουν». Όλο και κάποιος δεκαεπτάχρονος Παλληκαρίδης, θα πορευτεί προς την αγχόνη, διαβεβαιώνοντας μας ότι «είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα».

Αυτό ήταν το ήθος του απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ. Και οι ίδιες θυσίες, το ίδιο ελληνικό κλέος, επαναλαμβάνονται σε ένα πρόχειρο κρησφύγετο στον Μαχαιρά. Σε ένα ταπεινό αχυρώνα στο Λιοπέτρι. Επαναλαμβάνονται στα κακοτράχαλα βουνά του Πενταδάκτυλου, στους διαδρόμους του παλαιού Γενικού Νοσοκομείου και στα λημέρια των Σπηλιών.

Αυτοί ήταν οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Φιλήσυχοι και απειροπόλεμοι νέοι και νέες, που, γαλουχημένοι με τα νάματα του Χριστού και της Ελλάδας, μετατράπηκαν σε ακατάλυτα σύμβολα αρετής και ανδρείας. Αυτά ήταν τα ταπεινά χωριατόπαιδα, που δεν συνήθισαν ύμνους ξένους, που δεν ναρκώθηκαν από το βόλεμα και δεν συμβιβάστηκαν στη θέα καμιάς άλλης σημαίας πάρα μόνο της γαλανόλευκης. Αυτοί ήταν που με τον αγώνα και τις θυσίες τους, επέκτειναν τα όρια της εθνικής μας αξιοπρέπειας.

Γι’ αυτό και η ευγνωμοσύνη μας, έναντι στους μάρτυρες αλλά και στους εν ειρήνη τελειωθέντες μαχητές της κυπριακής ελευθερίας, θα είναι αέναη. Γιατί, σε αντιδιαστολή με το σήμερα, αισθάνθηκαν ότι, οι ίδιοι οφείλουν στην πατρίδα και όχι το αντίστροφο. Γιατί, έθεσαν πρώτα το «εμείς» και πάλεψαν ενωμένα για το δίκιο του αγώνα τους. Πέραν και πάνω από όλα, γιατί επαναβεβαίωσαν ότι ο αγώνας για ελευθερία, υπήρξε πάντοτε, απ’ τα κόκκαλα βγαλμένος των Ελλήνων τα ιερά.

Φίλες και Φίλοι,

Σε αντιδιαστολή με τις περιπτώσεις άλλων λαών, ο αντιαποικιακός τετραετής, δεν υπήρξε ο τελευταίος αγώνας του λαού μας. Το βάρος, της επί σαράντα τρία χρόνια επαίσχυντης παρουσίας των τούρκικων στρατευμάτων στα καθαγιασμένα χώματα της πατρίδας μας, μας αναγκάζει σήμερα ξανά, να προσμετρήσουμε, τις ιστορικές μας ευθύνες.
Πρώτιστη επιδίωξη της κυβέρνησης την οποία εκπροσωπώ, ειδικά μετά τη διαχείριση της οικονομικής περιπέτειας, αποτελεί η επικέντρωση των δυνάμεων μας, στις προσπάθειες επίλυσης του κορυφαίου πολιτικού μας προβλήματος.

Οι προσπάθειες του προέδρου Αναστασιάδη, άρχονται και καθοδηγούνται από την αναγνώριση ενός βασικού πολιτικού αξιώματος. Ότι η Ιστορία δεν επιβραβεύει την αδράνεια. Ότι προβλήματα που αφήνονται στο χρόνο, επιλύονται πάντοτε προς όφελος του δυνατού. Ότι κάθε χρόνος που τελεί η πατρίδα μας υπό κατοχή, δημιουργεί και παγιώνει, είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι, νέες αξιώσεις για τους καταπατητές. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, οι εντατικοποιημένες σε σχέση με το παρελθόν, προσπάθειες που καταβάλλονται, για να καταστεί εφικτή η επιστροφή της κωμόπολης της Μόρφου.

Σε καμία όπως περίπτωση, η συγκεκριμένη αξιωματική προσέγγιση, της παρεμπόδισης δηλαδή μετατροπής της de facto πραγματικότητας σε de jure, δεν μπορεί και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως διάθεση ολικής διαπραγματευτικής αβαρίας. Με άλλα λόγια, ο σεβασμός προς τα συμφέροντα και ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, ούτε υπερέχει, ούτε και θα επιτρέψουμε να αντιστρατευτεί τις νόμιμες και δίκαιες διεκδικήσεις της δικής μας πλευράς. Αναγνωρίζουμε ότι η εφαρμογή και λειτουργικότητα μιας πιθανής ετεροβαρούς συμφωνίας, έστω και αν διέλθει με θετικό πρόσημο από ένα πιθανό δημοψήφισμα, είναι καταδικασμένη σε άμεση αποτυχία.

Πέραν όμως των προαναφερθέντων δυσκολιών, δύο επιπρόσθετοι παράγοντες δυνατόν να επηρεάσουν αρνητικά την έκβαση των εν εξελίξει συνομιλιών. Ο πρώτος και εθνικά πλέον σοβαρός, σχετίζεται με την πιθανή κορύφωση των προκλήσεων της Άγκυρας στην Αποκλειστική Οικονομική μας Ζώνη. Ο δεύτερος και πατριωτικά, πλέον ανεύθυνος, είναι ο προεκλογικός κανιβαλισμός επί του κυπριακού στο εσωτερικό, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2018.

Και αν θεωρήσουμε ότι οι δυνατότητες πρόληψης και αντιμετώπισης του τουρκικού αναθεωρητισμού, δεν επαφίονται απόλυτα ή μόνο σε εμάς, η αποφυγή προσωπικών και μικροκομματικών σκοπιμοτήτων εις βάρος της εθνικής μας υπόθεσης, είναι κάτι που εμείς ελέγχουμε και εμείς χρειάζεται να αποτρέψουμε. Και εάν η στήριξη ή συμφωνία με τους χειρισμούς του προέδρου Αναστασιάδη, είναι για τις άλλες δυνάμεις, πολιτικά ανέφικτη, αναμένουμε, ως επιβάλλουν οι συνθήκες, το σεβασμό στις προσπάθειες που καταβάλλονται και που εν πολλοίς καθορίζουν το μέλλον του λαού μας.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Βιώνοντας επί δεκαετίες τις ολέθριες συνέπειες της διάσπασης, έχουμε την ιστορική υποχρέωση αυτή τη φορά, να πορευτούμε αδιαίρετοι και μονιασμένοι. Όχι κατά ανάγκη ομόφωνοι, αλλά ομόθυμοι. Όποιες και εάν είναι οι διαφορές μας, όποιες και εάν είναι οι αντιρρήσεις μας, μας ενώνει η ιστορική και ηθική μας υποχρέωση. Να τιμήσουμε δηλαδή, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, τους αγώνες και τις θυσίες των ηρώων μας. Εξαντλώντας κάθε δυνατότητα για απαλλαγή από την κατοχή, κάθε δυνατότητα επανένωσης της πατρίδας και του λαού μας, βάσει μιας αμοιβαία αποδεκτής, δίκαιης και λειτουργικής συμφωνίας.

Αυτό είναι το δίδαγμα το οποίο αντλούμε από την προσφορά, τις θυσίες και τους αγώνες της γενιάς του ’55. Αυτή είναι η ιστορική μας ευθύνη, έναντι στις απελθούσες και κυρίως στις επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της Κύπρου. Και σε αυτόν μας τον αγώνα, ας πάρουμε κατά τον ποιητή «μια σταγόνα από το αίμα των ηρώων μας και να μπολιάσουμε το δικό μας». Ας πάρουμε την τελευταία τους εκπνοή, «να ‘χουμε οξυγόνο να αναπνέουμε χιλιάδες χρόνια».

Αιωνία θα είναι η μνήμη των ηρώων μας και Καλή Λευτεριά στην πατρίδα μας.









Τελευταία Ενημέρωση στις: 20/10/2020 03:21:10 PM

Πίσω στην προηγούμενη σελίδα